Τμήμα Μουσικών Σπουδών της Φιλοσοφικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών | «Εργαστήριο Βυζαντινής Μουσικολογίας» | ISBN : 978-960-466-357-6

Η ανά χείρας μονογραφία αποτελεί τη διδακτορική διατριβή του Εμμανουήλ Γ. Σουργιαδάκη, η οποία προ δεκαετίας περίπου εκπονήθηκε υπό την επίβλεψη του υποφαινομένου στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών της Φιλοσοφικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Συνιστά καρπό πολύχρονης, επίπονης και ευσυνείδητης ερευνητικής προσπάθειας, την οποία ο πονήσας διεξήγαγε με μεθοδολογική αρτιότητα και επιστημονική συνέπεια, στοχεύοντας σε μιαν ουσιαστική συμβολή στη μελέτη της Ψαλτικής Τέχνης.

Κατά την παρούσα έρευνα επιχειρείται μία πανοραμική, συνεκτική και οξυδερκής, επισκόπηση των ποικίλων διαστάσεων της Ψαλτικής Τέχνης, στο ιστορικό, κοινωνικό και πνευματικό πλαίσιο της Κωνσταντινούπολης του 18ου αιώνα, κατά μιαν περίοδο όπου οι παιδευτικές και πολιτισμικές διεργασίες του Οικουμενικού Ελληνισμού διασταυρώθηκαν δημιουργικά με τη λειτουργική και καλλιτεχνική παράδοση της Μεγάλης Εκκλησίας. Ο συγγραφέας, συνδυάζοντας την ιστορική ευαισθησία με τη μουσικολογική ακρίβεια, κατορθώνει να αναδείξει τη σύνθετη διαλεκτική μεταξύ της παράδοσης και των ανανεωτικών τάσεων που διαμόρφωσαν την πορεία της εκκλησιαστικής μουσικής στο μεταβυζαντινό περιβάλλον, εντός του πολυπολιτισμικού χώρου της οθωμανικής πρωτεύουσας· το πράττει με φιλόπονη σαφήνεια των συλλογισμών του, βάσει τεκμηριωμένης χρήσης των πηγών, μέσα από τις οποίες η Ψαλτική Τέχνη προβάλλει, εν μέσω έντονων πολιτιστικών μετασχηματισμών, όχι μόνον ως θεσμικό και λειτουργικό μέγεθος αλλά και ως έκφραση της συλλογικής αυτοσυνειδησίας των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης.

Από την εμβριθή ανάλυση των μουσικών φυσιογνωμιών αλλά και των παραδεδομένων μελοποιημάτων της εποχής, αναδύεται ένα πολυεπίπεδο πορτρέτο της ψαλτικής δημιουργίας και διδασκαλίας. Φωτίζονται μεγάλες μορφές πατριαρχικών ψαλτών και μελοποιών (μεταξύ άλλων, του Πέτρου Μπερεκέτη, του Ιωάννου Πρωτοψάλτου, του Δανιήλ Πρωτοψάλτου, του Πέτρου Πελοποννησίου, του Πέτρου Βυζαντίου, του Ιακώβου Πρωτοψάλτου) και αναδεικνύεται ο καθοριστικός ρόλος τους στην καθιέρωση της ιδιαίτερης μουσικής υφολογίας που, ως εκφραστικό πρότυπο πνευματικότητας και μουσικής αρμονίας, ταυτίστηκε με τη Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία.

Το θέμα προσεγγίζεται, αρχικά, μέσα από την περίοδο 1675-1750, όπου αναπτύσσεται μια νέα κωνσταντινοπολιτική παράδοση, με κύρια γνωρίσματα τόσο την προσωπική δημιουργικότητα όσο και την αναπλαστική δύναμη της παράδοσης. Ο Πέτρος Μπερεκέτης προβάλλει ως μορφή-ορόσημο, εγκαινιάζοντας νέα εποχή στη μελοποιία, κατά την οποία η πνευματική ευλάβεια συνυφαίνεται με το αισθητικό μέτρο και τη λειτουργική προσήλωση. Στη συνέχεια, μελετάται η περίοδος 1750-1805, όπου η Ψαλτική Τέχνη γνωρίζει εκ νέου άνθηση και συστηματοποίηση, καθώς μέσα από τη δραστηριότητα των Ιωάννου Πρωτοψάλτου, Δανιήλ Πρωτοψάλτου, Πέτρου Πελοποννησίου, Πέτρου Βυζαντίου, Ιακώβου Πρωτοψάλτου, κ.ά., θεμελιώνονται οι προϋποθέσεις για την τελική μεταρρύθμιση της σημειογραφίας του 1814, ενώ η πατριαρχική αυλή αναδεικνύεται σε αληθινό μουσικό εργαστήριο, όπου δημιουργείται, καταγράφεται και διδάσκεται η ψαλτική παράδοση.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η ανάλυση των μορφολογικών και αισθητικών χαρακτηριστικών επιλεγμένων μελοποιημάτων, όπου μεταξύ άλλων εντοπίζονται τα φαινόμενα των συντμήσεων, των καλλωπισμών και της προς τα νοούμενα μίμησης, ως εκφάνσεις μιας δυναμικής και ζώσας παράδοσης, που δεν αναπαράγει απλώς το παρελθόν αλλά το μεταποιεί δημιουργικά. Με διεισδυτική ερμηνευτική προσέγγιση, αποδεικνύεται ότι η ψαλτική δημιουργία του 18ου αιώνα συνδέεται οργανικά με τις κοινωνικές και γλωσσικές αναζητήσεις της εποχής, συντελώντας στην ενότητα και τη συνέχεια του ελληνικού λειτουργικού πολιτισμού.

Αξιοσημείωτη είναι, επίσης, η συμβολή της μελέτης στην κατανόηση των θεσμικών και παιδευτικών όψεων της ψαλτικής ζωής: η ίδρυση των Πατριαρχικών Μουσικών Σχολών, η διαμόρφωση της σύνθεσης των πατριαρχικών χορών, οι σχέσεις των φορέων της Τέχνης με την εκκλησιαστική αρχή και η εν γένει κοινωνική, οικονομική και πολιτική διατριβή των ψαλτών, παρουσιάζονται με τεκμηριωμένη ανάλυση και εύστοχη ερμηνευτική προοπτική, αναδεικνύοντας την Ψαλτική Τέχνη όχι ως κλειστό και αύταρκες αισθητικό σύστημα, αλλά ως ζωντανό πολιτισμικό φαινόμενο, άρρηκτα δεμένο με τις κοινωνικές, παιδευτικές και πνευματικές διεργασίες του Οικουμενικού Ελληνισμού. Παράλληλα, και λόγω της ουσιαστικής έλλειψης μιας θεσμικής εκκλησιαστικής μέριμνας για τη συστηματική αναβάθμιση της Ψαλτικής Τέχνης, αναδεικνύεται ο καθοριστικός ρόλος των ψαλτών, ως αυθεντικών πρεσβευτών της παράδοσης και ευαίσθητων δημιουργών πολιτισμού.

Το παρόν πόνημα, ένα γλαφυρά διατυπωμένο ώριμο και πρωτότυπο έργο, διευρύνει ουσιαστικά τον ορίζοντα της σχετικής έρευνας και θέτει γόνιμες βάσεις για περαιτέρω αναζητήσεις, με έκδηλο σεβασμό προς τη σπουδαία παράδοση της εκκλησιαστικής μουσικής. Αποτελεί όχι μόνον επιστημονική συμβολή, με ακρίβεια στη σκέψη και επιμονή στη λεπτομέρεια, αλλά και καρπό πνευματικής συνέπειας, ήθους και βαθύτατης αγάπης προς την Ψαλτική Τέχνη, την οποία ο συγγραφέας διακονεί παιδιόθεν με ευλάβεια και επιστημοσύνη. Ήδη εμπλουτίζει την υφιστάμενη μουσικολογική γραμματεία με τη συμπερίληψή του στις εκδόσεις του «Εργαστηρίου Βυζαντινής Μουσικολογίας» του Τμήματος Μουσικών Σπουδών της Φιλοσοφικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, με την προσδοκία να αποτελέσει ερέθισμα για όσους επιθυμούν να προσεγγίσουν τη μουσική της Ορθόδοξης Ανατολής όχι μόνον ως τέχνη αλλά και ως έκφραση παιδείας και πολιτισμού.

Καθηγητής Αχιλλεύς Γ. Χαλδαιάκης

Διευθυντής του «Εργαστηρίου Βυζαντινής Μουσικολογίας» του ΤΜΣ του ΕΚΠΑ