Ἡ τεχνικὴ τῆς χορικῆς ψαλμώδησης πρέπει νὰ ἀνιχνευθεῖ ἀναγωγικά, ἀφ’ ἑνὸς μὲν σὲ σχέση μὲ τὴν ἑρμηνευτικὴ προσέγγιση τῶν σημαδίων τῆς ψαλτικῆς τέχνης καὶ τῶν ἐξ αὐτῶν σχηματιζόμενων μουσικῶν γραμμῶν (τῶν περίφημων θέσεων), ἀφ’ ἑτέρου δὲ σὲ σχέση μὲ τὴ (συνεχῶς ἀνακυκλούμενη στὰ ψαλτικὰ μέλη) ἐναλλαγὴ τῶν ἤχων τῆς βυζαντινῆς ὀκταηχίας καὶ τῶν ρυθμικῶν σχημάτων τῆς ἑλληνικῆς ρυθμοποιίας, τέλος δὲ σὲ σχέση μὲ τὴ διαφαινόμενη δομὴ ὁποιουδήποτε μελοποιήματος (μορφολογία) καὶ τὸ ἐνυπάρχον σχέδιο τῆς σύνθεσης του (μελοποιία). Πρόκειται γιὰ δεδομένα ποὺ (συνεκτιμούμενα καὶ ἀλληλοσυμπληρούμενα) διαμορφώνουν, ἐν τέλει, τὸ  ἰδιαίτερο ἠχόχρωμα, τὸ ἐκπεμπόμενο συναίσθημα, τὴν ὅλη αἰσθητικὴ ὁποιασδήποτε ψαλτικῆς ἑρμηνείας, τόσο τῆς ἀπὸ χοροῦ (ποὺ ἐξετάζεται ἐν προκειμένῳ) ὅσο καὶ τῆς καλοφωνάρικης (ποὺ ἀποτελεῖ, ἄλλωστε, τὸν πρωτογενῆ πυρήνα τῆς ἀντίστοιχης χορικῆς). Εἶναι προφανὲς ὅτι ἀναφέρομαι ἐδῶ σὲ τρία ζεύγη δεδομένων:

  1. ἑρμηνευτικὴ προσέγγιση τῶν σημαδίων καὶ τῶν μουσικῶν γραμμῶν (τῶν περίφημων θέσεων) τῆς ψαλτικῆς τέχνης
  2. ἐναλλαγὴ τόσο τῶν ἤχων τῆς βυζαντινῆς ὀκταηχίας ὅσο καὶ τῶν ρυθμικῶν σχημάτων τῆς ἑλληνικῆς ρυθμοποιίας
  3. διαφαινόμενη δομὴ (μορφολογία) καὶ ἐνυπάρχον “σχέδιο σύνθεσης” (μελοποιία) ὁποιουδήποτε μελοποιήματος.

Στὴν παρούσα ἀνακοίνωση ἐξετάζω μόνον τὸ πρῶτο ἀπὸ τὰ τρία παραπάνω δεδομένα, προσπαθώντας νὰ ὁρίσω ποιά εἶναι τὰ οὐσιώδη χαρακτηριστικὰ τῆς βυζαντινῆς σημειογραφίας, αὐτὰ ποὺ ὀφείλουν νὰ γνωρίζουν τὰ μέλη ἑνὸς χοροῦ γιὰ νὰ ἑρμηνεύσουν (ὀρθότερα, ἴσως, νὰ ἀποκωδικοποιήσουν) ὁποιαδήποτε ψαλτικὴ παρτιτούρα.