Ηχογράφηση στην ΕΡΤ, για την τηλεοπτική εκπομπή του Παναγιώτη Μυλωνά

ΕΡΜΗΝΕΥΕΙ ΧΟΡΩΔΙΑ ΦΟΙΤΗΤΡΙΩΝ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΜΟΥΣΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ – ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ: Ἀχιλλεὺς Γ. Χαλδαιάκης,

Δαμανάκη Ἑλένη | Καββαδία Μαρία | Καββαδία Ράνια | Καρύκη Μαρία | Κίκιλη Βασιλική | Κόγια Ἑλένη | Κοτοπούλη Ἀγγελική | Λαγουδάκη Μαρίνα | Πλουμῆ Μαρία | Σισκάκη Εἰρήνη | Τσαρσιταλίδη Μαριλένα | Χρυσανθοπούλου Ἰωάννα

ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΥΝ ΚΑΙ ΟΙ: Περρῆς Δημήτρης | Σιάφης Μανόλης | Τρασάνης Χαράλαμπος | Χαλδαιάκης Νίκος

ΟΡΧΗΣΤΡΑ: Γκουβέντας Κυριάκος: Βιολί | Μπακαγιάννης Βασίλης: Κλαρίνο-Φλογέρα | Ἀνεμοδουριώτης Νίκος: Οὔτι | Βαλάση Στέλλα: Σαντούρι | Πλουμῆ Μαρία: Λαοῦτο | Γιαννόπουλος Θεόδωρος: Λαοῦτο | Οἰκονόμου Βασίλης: Τουμπελέκι

Τραγούδια ἀπὸ τὴν Αἴγινα

  • Καλαματιανό Τί ἔχεις, κόρη μ’, κι’ ἀρρωσταίνεις· ἦχος α’ Τραγούδι: Ἰωάννα Χρυσανθοπούλου καὶ χορωδία

Τί ἔχεις, κόρη μ’, κι’ ἀρρωσταίνεις

Ὤρε, τί ἔχεις, κόρη μ’, κι’ ἀρρωσταίνεις (τί ἔχεις, κόρη μ’, κι’ ἀρρωσταίνεις),

κι’ ὅλο θέλεις τὸ γιατρό; Δὲ βγαίνεις νὰ σὲ ‘δῶ.

(Κι’ ὅλο θέλεις τὸ γιατρό; Δὲ βγαίνεις νὰ σὲ ‘δῶ).

Ὤρε, σ’ τό ‘πα, πέταξε τὴ ρόκα (σ’ τό ‘πα, πέταξε τὴ ρόκα),

τί τὰ θέλεις τὰ προικιά, κόρη τοῦ παπᾶ;

Τί τὰ θέλεις τὰ προικιά, θὰ σὲ κλέψω μιὰ βραδιά.

Ὤρε, σὲ παντρεύ’ ἡ ἐμορφιά σου (σὲ παντρεύ’ ἡ ἐμορφιά σου),

τὰ σγουρά σου τὰ μαλλιά, κόρη τοῦ παπᾶ.

τὰ σγουρά σου τὰ μαλλιά, θὰ σὲ κλέψω μιὰ βραδιά.

Ὤρε, δὲ σοῦ τὄπα, χαϊδεμένη (δὲ σοῦ τὄπα, χαϊδεμένη),

στὸ γιαλὸ μὴ κατεβεῖς, κόρη τοῦ παπᾶ;

Στὸ γιαλὸ μὴ κατεβεῖς, καὶ σὲ πάρει καὶ χαθεῖς.

Ὤρε, κι’ ἂν μὲ πάρει, ποῦ μὲ πάει (κι’ ἂν μὲ πάρει, ποῦ μὲ πάει),

κάτω στὰ βαθιὰ νερά, κόρη τοῦ παπᾶ.

Κάτω στὰ βαθιὰ νερά, θὰ σὲ κλέψω μιὰ βραδιά.

Ὤρε, κάνω τὸ κορμί μου βάρκα (κάνω τὸ κορμί μου βάρκα),

καὶ τὰ χέρια μου κουπιά, κόρη τοῦ παπᾶ.

Καὶ τὰ χέρια μου κουπιά, καὶ μὲ βγάζει στὴ στεριά.

  • Συρτό Τῆς Παληαχώρας τὸ βουνό· ἦχος α’ Χορωδία

Τῆς Παληαχώρας τὸ βουνό

Τῆς Παληαχώρας τὸ βουνό, πάπια χήνα μ’ (τῆς Παληαχώρας τὸ βουνό),

εἶναι γεμάτο χιόνι (εἶναι γεμάτο χιόνι) [δίς].

Κι’ ὅσο νὰ λιώσει τὸ παλιό, σὺ μὲ τρέλλανες, κυρά μου(κι’ ὅσο νὰ λιώσει τὸ παλιό),

καινούργιο τὸ πλακώνει (καινούργιο τὸ πλακώνει) [δίς].

Τῆς Παληαχώρας ὁ χορός, πάπια χήνα μ’, (τῆς Παληαχώρας ὁ χορός),

ἦταν γλυκὸς σὰν μέλι (ἦταν γλυκὸς σὰν μέλι) [δίς].

Γιατὶ τὸν ἐχορεύανε, σὺ μὲ τρέλλανες κυρά μου, (γιατὶ τὸν ἐχορεύανε),

κορίτσια σὰν ἀγγέλοι (κορίτσια σὰν ἀγγέλοι) [δίς].

  • Καλαματιανό Ἀηδόνια καὶ παγώνια· ἦχος α’ Χορωδία

Ἀηδόνια καὶ παγώνια

Ἀηδόνια καὶ παγώνια [τρίς], καὶ καναρίνια μου [δίς],

μὴ μοῦ τὴν ἐξυπνᾶτε [τρίς] τὴν πάπια χήνα μου [δίς].

(Ἄστα ‘κεῖ) ἄστα ‘κεῖνα τὰ γινάτια, (κι’ ἔλα φί) κι’ ἔλα φίλα με στὰ μάτια

Σέ ‘να τὰ λέγω τοῦτα [τρίς], πᾶρε καὶ γράψε τα [δίς],

τὴν ἔρημή μου γνώμη [τρίς], μὴ τὴν ἀλλάζεις πιά [δίς].

(Ἄχ, ντουνιά) ἄχ, ντουνιά μου, ἄχ, ντουνιά μου, δὲ σὲ χάρηκ’ ἡ καρδιά μου.

(Ἄχ, ντουνιά) ἄχ, ντουνιά μου παινεμένε, δὲ σὲ χάρηκα καημένε.

  • Καλαματιανό Πρώτη ἀρχὴ τοῦ ἔρωτος· ἦχος πλ. δ’ (ἀποκριάτικο) Τραγούδι: Μαρία Καββαδία καὶ χορωδία

Πρώτη ἀρχὴ τοῦ ἔρωτος

Πρώτη ἀρχὴ τοῦ ἔρωτος ἦταν ἕνα μπουκέτο,

νέος μοῦ τὸ ἐπρόσφερε καὶ μοῦ ‘πε μύρισέ το.

Κι’ ἐγὼ τὸ ἐμυρίστηκα, τό ‘βαλα στὴν καρδιά μου,

μὰ ἡ σκληρή του μυρουδιὰ τρώει τὰ σωθικά μου.

Καὶ κάνω ἂχ καὶ κάνω βὰχ γιὰ νὰ τὸ ξεριζώσω,

γιὰ νὰ τὸ βγάλω ἀπ’ τὴν καρδιά, σὲ ἄλλον νὰ τὸ δώσω.

Μ’ αὐτὸ δὲν ξεριζώνεται, βαθειά ‘ναι ριζωμένο

καὶ μὲς στὰ φύλλα τῆς καρδιᾶς εἶναι περιπλεγμένο.

  • Καλαματιανό Ἕνα μικρὸ τουρκόπουλο· ἦχος πλ. δ’ Τραγούδι: Μαρία Καββαδία καὶ χορωδία

Ἕνα μικρὸ τουρκόπουλο

[Ἄιντες κι’ ἀμὰν ἀμάν]  Ἕνα μικρὸ τουρκόπουλο,

ἕνα μικρὸ τουρκόπουλο, τοῦ βασιλιᾶ κοπέλι

[Ἄιντες κι’ ἀμὰν ἀμάν]  Μιὰ ρωμιοπούλα ἀγάπησε,

μιὰ ρωμιοπούλ’ ἀγάπησε μὰ ‘κείνη δὲν τὸν θέλει.

[Ἄιντες κι’ ἀμὰν ἀμάν] Παίρνει τὰ ὄρη πίσω της,

παίρνει τὰ ὄρη πίσω της καὶ τὰ βουνὰ μπροστά της

[Ἄιντες κι’ ἀμὰν ἀμάν]  κι’ ἡ τύχη της τὴν ἔβγαλε,

κι’ ἡ τύχη της τὴν ἔβγαλε μὲς στ’ ἄη Γιωργιοῦ τὴν πόρτα.

[Ἄιντες κι’ ἀμὰν ἀμάν]  Ἅγιε μ’ ἅη Γιώργη σῶσε,

ἅγιε μ’ ἅη Γιώργη σῶσε με ἀπ’ τῶν Τουρκῶν τὰ χέρια.

[Ἄιντες κι’ ἀμὰν ἀμάν]  Κι’ ἀνοίγει τ’ ἅγιο μάρμαρο,

κι’ ἀνοίγει τ’ ἅγιο μάρμαρο καὶ μπαίν’ ἡ κόρη μέσα.

  • Συρτό Μαυροκαλοῦσα θάλασσα· ἦχος α’ Τραγούδι: Μαριλένα Τσαρσιταλίδη καὶ χορωδία

Μαυροκαλοῦσα θάλασσα

Μαυροκαλοῦσα θάλασσα, ἐγὼ γιὰ σένα, θάλασσα,

Γιὰ τὰ ἔμορφά σου κάλλη, θὰ σοῦ χτίσω ‘να πυργιάλι.

Βλέπω καράβια κι’ ἔρχονται, ὡραῖα ποὺ μοῦ φαίνονται,

καραβάκια κι’ ἀρμενίζουν, τὴν καρδούλα μου ραΐζουν.

Τό ν’ ἀρμενίζει μὲ νοτιά, βαστᾶ τὸ νοῦ μου δυνατά,

τ’ ἄλλο μὲ τραμουντάνα, γειά σ’ ἀγάπη μου σουλτάνα.

Τὸ τρίτο τὸ μικρότερο, κι’ ἀπ’ ὅλα γρηγορότερο,

εἶναι τὸ πουλί μου μέσα, καὶ τσουρμάρει τὸ γιὰ λέσα.

Βλέπω καράβια στὰ πανιά, βαστᾶ τὸ νοῦ μου δυνατά,

καραβάκια κι’ ἀρμενίζουν, τὴν καρδούλα μου ραΐζουν.

Γιὰ λέσα ἐφωνάξαμε καὶ τὸ καράβ’ ἀράξαμε,

ἒ γιὰ λέσα, ἒ γιὰ μόλα, ἡ ἀγάπ’ εἶναι μαργιόλα.

Τί ἔχει τὸ καράβι σας, ποὺ κρύβει τὸ γομάρι σας,

ἒ γιὰ μόλα, ἒ γιὰ λέσα, ἡ ἀγάπ’ εἶναι μπαμπέσα.

Ἔχομε κάτι κοπελιές, ποὖναι γιομάτο μαργιολιές,

ἔχομε καὶ καλογέροι, ποὺ δὲν τοὺς φιλοῦν τὸ χέρι.

  • Καλαματιανό Ξημέρωσ’ ἡ Ἀνατολή· ἦχος πλ. β’ Χορωδία

Ξημέρωσ’ ἡ Ἀνατολή

Ξημέρωσ’ ἡ Ἀνατολὴ [Χάιδω Ρουμελιώτισσα]

καὶ ‘βράδυασε κι’ ἡ Πούλια [ἡ μικρούλα ἡ Χιωτοπούλα]

Πάν’ τὰ πουλάκια στὴ βοσκὴ [Χάιδω Ρουμελιώτισσα]

κι’ ἔμορφες στὴ βρύση [ἡ μικρούλα ἡ Χιωτοπούλα]

Παίρνω κι’ ἐγὼ τὸ μαῦρο μου [Χάιδω Ρουμελιώτισσα]

καὶ πάω νὰ τὸν ποτίσω [ἡ μικρούλα ἡ Χιωτοπούλα]

Βλέπω μιὰ κόρη κι’ ἔπλενε [Χάιδω Ρουμελιώτισσα]

σὲ μαρμαρένια γούρνα [ἡ μικρούλα ἡ Χιωτοπούλα]

Κόρη, τράβα το τὸ νερὸ [Χάιδω Ρουμελιώτισσα]

νὰ πιοῦν τὰ διψασμένα [ἡ μικρούλα ἡ Χιωτοπούλα]

Νὰ πιῶ κι’ ἐγὼ κι’ ὁ μαῦρος μου [Χάιδω Ρουμελιώτισσα]

καὶ τὰ λαγωνικά μου [ἡ μικρούλα ἡ Χιωτοπούλα]

Σαράντα τάσια ἔβγαλε [Χάιδω Ρουμελιώτισσα]

στὰ μάτια δὲν τὴν εἶδα [ἡ μικρούλα ἡ Χιωτοπούλα]

Καὶ στὰ σαράντα τέσσερα [ποῦ σ’ εἶδα καὶ ποῦ σέ ‘ξερα]

κόρη ἀνεστενάζει [ἡ μικρούλα ἡ Χιωτοπούλα]

Τί ἔχεις κόρη ποὺ γκογγᾶς [Χάιδω Ρουμελιώτισσα]

καὶ βαριανεστενάζεις [ἡ μικρούλα ἡ Χιωτοπούλα]

Ἄνδρα ἔχω στὴν ξενιτειὰ [Χάιδω Ρουμελιώτισσα]

καὶ λείπει πέντε χρόνια [καὶ τὸν περιμένω ἀκόμα]

Κι’ ἂν δὲν ἐρθεῖ στὰ τέσσερα [ποῦ σ’ εἶδα καὶ ποῦ σέ ‘ξερα]

καλόγρια θὲ νὰ γίνω [ἡ μικρούλα ἡ Χιωτοπούλα]

Κόρη μ’ ἐγώ ‘ μαι ὁ ἄνδρας σου [Χάιδω Ρουμελιώτισσα]

ἐγώ ‘μαι κι’ ὁ καλός σου [ἡ μικρούλα ἡ Χιωτοπούλα]

Πές μου σημάδια τοῦ σπιτιοῦ [Χάιδω Ρουμελιώτισσα]

διὰ νὰ σὲ πιστέψω [ἡ μικρούλα ἡ Χιωτοπούλα]

Μηλιὰ ἔχεις στὴν πόρτα σου [Χάιδω Ρουμελιώτισσα]

καὶ κλῆμα στὴν αὐλή σου [ἡ μικρούλα ἡ Χιωτοπούλα]

Κόρη μ’ ἐγώ ‘μαι ὁ ἄνδρας σου [Χάιδω Ρουμελιώτισσα]

ἐγώ ‘μαι κι’ ὁ καλός σου [ἡ μικρούλα ἡ Χιωτοπούλα]

  • Καλαματιανό Μαῦρο γεμενί· ἦχος α’ Χορωδία

Μαῦρο γεμενί

Μαῦρο γεμενί [τρίς], καρδιά μου σὲ πονεῖ,

μαῦρο γεμενὶ μὲ λένε, κι’ ἂν μὲ χάσεις γύρευε με.

Τὰ μελιτζανιά [τρίς], νὰ μὴ τὰ βάνεις πιά,

τὰ μελιτζανιὰ τὰ σκοῦρα, γειά σ’ ἀγάπη μου καινούργια.

Θὰ τὰ βάλω νά [τετράκις]

θὰ τὰ βάλω νὰ περάσω, τὴν καρδούλα σου νὰ κάψω

  • Καλαματιανό Μιὰ πέρδικα καυχήστηκε· ἦχος β’ Τραγούδι: Νίκος Χαλδαιάκης

Μιὰ πέρδικα καυχήστηκε

Μιὰ πέρδικα [καὶ μὲς στὸ μπουλουρμπᾶ, χτιρντὶ χτιρντί], μιὰ πέρδικα καυχήστηκε,

μιὰ πέρδικα καυχήστηκε σ’ Ἀνατολὴ καὶ Δύση

Πὼς δὲν εὑρέ- [καὶ μὲς στὸ μπουλουρμπᾶ, χτιρντὶ χτιρντί], πὼς δὲν εὑρέθη κυνηγός,

πὼς δὲν εὑρέθη κυνηγὸς γιὰ νὰ τὴν κυνηγήσει

Κι’ ὁ κυνηγός [καὶ μὲς στὸ μπουλουρμπᾶ, χτιρντὶ χτιρντί], κι’ ὁ κυνηγὸς σὰν τ’ ἄκουσε,

κι’ ὁ κυνηγὸς σὰν τ’ ἄκουσε πολὺ τοῦ κακοφάνη

Στήνει τὰ δί- [καὶ μὲς στὸ μπουλουρμπᾶ, χτιρντὶ χτιρντί], στήνει τὰ δίχτυα στὰ βουνά,

στήνει τὰ δίχτυα στὰ βουνὰ τ’ ἀπόδιχτα στοὺς κάμπους

Φωτιὰ νὰ σὲ κά- [καὶ μὲς στὸ μπουλουρμπᾶ, χτιρντὶ χτιρντί], φωτιὰ νὰ σὲ κάψει, κυνηγέ,

φωτιὰ νὰ σὲ κάψει κύνηγε ν’ ἐσὺ καὶ ἡ ἀξιά σου

Σοῦ ‘φυγε τέ- [καὶ μὲς στὸ μπουλουρμπᾶ, χτιρντὶ χτιρντί], σοῦ ‘φυγε τέτοια πέρδικα,

σοῦ ‘φυγε τέτοια πέρδικα ν’ ἀπὸ τὴν ἀγκαλιά σου

  • Βόγα τοῦ κουπιοῦ Στὰ Μέγαρα καλάραμε· ἦχος α’ Χορωδία

Βόγα τοῦ κουπιοῦ

Ἀντ’ ἀπάνω!

Στὰ Μέγαρα καλάραμε, μαρίδα μπουλιγάραμε

Ἀντ’ ἀπάνω!

Καλάραμε καὶ στὸ Ντερβένι καὶ τὴν ἐπήραμε πλυμένη

Ἀντ’ ἀπάνω!

Καλάραμε καὶ στὸν Πηλό καὶ πήραμε ἕναν ἀθρινό

Ἀντ’ ἀπάνω!

Ἄντε νὰ πάει ἡ βάρκα μπρός, σὰν τὸ Ὑδράκι ὁλοταχῶς

Ἀντ’ ἀπάνω!

Ἄντε νὰ πάμε γιὰ χωριό, γιὰ Ντάρα καὶ γιὰ Βαλαριό

Ἀντ’ ἀπάνω!

Ἄντε νὰ πάμε ἐκεῖ ποὺ λές, ποὺ κάνουν τὰ πουλιὰ φωλιές

  • Καθιστικό Πές μου το μὲ τὸ χωρατό· ἦχος α’ Τραγούδι: Μαριλένα Τσαρσιταλίδη καὶ Δημήτρης Περρῆς

Πές μου το μὲ τὸ χωρατό

Πές μου το μὲ τὸ χωρατό, πές μου το μὲ τὸ νάζι,

πές μου το πὼς δὲ μ’ ἀγαπᾶς, κι’ ἐμένα δὲ μὲ νοιάζει.

Μὰ ἐὰν ἐσὺ μὲ μίσησες, τὸ πᾶν θὰ μὲ μισήσει,

κι’ ὁ μισημένος ἄνθρωπος στὸν κόσμο πῶς νὰ ζήσει;

Ἀπ’ τὸν καιρὸ ποὺ χώρισα, χανούμισ’ ἀπὸ σένα,

μέρα καὶ νύχτα βρίσκουμαι, μὲ μάτια δακρυσμένα.

Ὅποιος δὲν εἶναι μερακλῆς, πρέπει γιὰ νὰ πεθάνει

γιατὶ στὸν κόσμο ὅπου ζεῖ, μόνο τὸν τόπο πιάνει.

  • Μανές Τὴ θάλασσα τὴν ἁρμυρὴ ἀέρας τὴν ταράζει· ἦχος πλ. β’ Τραγούδι: Ἀχιλλέας Χαλδαιάκης

Τὴ θάλασσα τὴν ἁρμυρὴ ἀέρας τὴν ταράζει

Τὴ θάλασσα τὴν ἁρμυρὴ ἀέρας τὴν ταράζει,

ἡ μάνα κάνει τὸ παιδὶ κι’ ἡ ξένη τ’ ἀγκαλιάζει.

Ἐλα μου ‘δῶ μελόστομο, μελαχρινὸ καὶ νόστιμο.

  • Μανές Τὴν περιπλέον μου ζωή· ἦχος α΄ Τραγούδι: Νίκος Χαλδαιάκης

Τὴν περιπλέον μου ζωή

Τὴν περιπλέον μου ζωὴ τὴν πέρασα μὲ πάθη,

γιατὶ μικρὸς δὲν ἤκουγα καὶ ἔπεφτα σὲ λάθη.