Tὸ ἀσματικὸ εἶδος τοῦ πολυελέου συνιστᾶ τὴν πρώτη βασικὴ ἑνότητα συνθέσεων τῆς παπαδικῆς μελοποιίας ποὺ ψάλλονται κατὰ τὴν ἀκολουθία τοῦ ὄρθρου. Τὸ συγκεκριμένο θέμα μελετήθηκε ἐπισταμένα καὶ ἐρευνήθηκε διεξοδικὰ ἐπὶ μιὰ πενταετία περίπου, ὑπὸ τὴν καθοδήγηση τοῦ καθηγητοῦ μου -καὶ ἐπιβλέποντος καθηγητοῦ τῆς ὅλης ἐργασίας- κ. Γρηγορίου Θ. Στάθη· τὰ πορίσματα τῆς μακρόχρονης αὐτῆς ἔρευνας ἐκτίθενται στὴν παροῦσα μελέτη, ὅπου -ἐκτὸς τῶν ἄλλων- στοιχειοθετεῖται τὸ κατὰ τὸ δυνατὸν πλῆρες corpus τῶν ἐν λόγῳ ποιημάτων, παρουσιάζονται ἀναλυτικά, σχολιάζονται μουσικολογικὰ καὶ ὑπομνηματίζονται βιβλιογραφικὰ ὅλα τὰ ζητήματα ποὺ σχετίζονται πρὸς καθεμιὰ ἀπὸ τὶς συγκεκριμένες συνθέσεις καὶ τελικὰ κωδικοποιεῖται μιὰ ἑνιαία μέθοδος ὁμαλῆς πλέον προσπέλασης ὅλων τῶν ὁμοειδῶν συνθέσεων πολυελέων, ἀντιφώνων καὶ ἐκλογῶν.

Ἂς ἐπιτραπεῖ ἐδῶ ἡ προοιμιακὴ ἐπισήμανση ὅτι ἡ τελευταία παράμετρος ἀποβαίνει, πιστεύω, ἰδιαίτερα ἐπωφελὴς γιὰ τοὺς φιλόμουσους μελετητὲς τῆς ἐργασίας καὶ γενικότερα γιὰ τοὺς ἐρευνητὲς τῆς ψαλτικῆς τέχνης· τόσο οἱ πολυέλεοι ποὺ παρουσιάζονται στὴν παροῦσα διατριβὴ ὅσο καὶ ἄλλες ὁμοειδεῖς συνθέσεις ποὺ ἐνδεχομένως -καὶ παρὰ τὴ σχετικὴ ἔρευνα- λανθάνουν ἀκόμη, εἶναι δυνατὸν νὰ μελετῶνται λεπτομερῶς στὸ ἑξῆς, βάσει τοῦ συγκεκριμένου ἐπεξεργασμένου σχεδίου διαπραγμάτευσης.

Εἰδικότερα, γιὰ νὰ πάρουμε τὰ πράγματα ἀπὸ τὴν ἀρχή, τῆς ὅλης μελέτης προτάσσεται σύντομη εἰσαγωγή, ὅπου ἐπιχειρεῖται ἀρχικὰ μιὰ πρώτη προσέγγιση τῶν ὅρων πολυέλεος, ἀντίφωνον (-α), καὶ ἐκλογὴ (-ές). Πρόκειται γιὰ τὶς τρεῖς ἐπὶ μέρους διακρίσεις τῶν ἐξεταζομένων συνθέσεων, ποὺ ἐρευνῶνται καὶ ἐρμηνεύονται ἐδῶ κατὰ κύριο λόγο βάσει τῆς σχετικῆς χειρόγραφης παράδοσης καὶ τῆς ὑπάρχουσας βιβλιογραφίας ἐπικουρικά· εἶναι γεγονὸς ὅτι γιὰ τὸ ἀκριβὲς περιεχόμενο τῶν συγκεκριμένων ὅρων ἐπικρατεῖ γενικὰ σύγχυση στὴ μουσικολογικὴ βιβλιογραφία, γιὰ τοῦτο καὶ ἡ ἐκ προοιμίου διασάφηση αὐτῶν -πρὶν προχωρήσει ἡ εἰδικότερη μελέτη τους- εἶναι, πιστεύω, ἰδιαίτερα χρήσιμη. Στὴ σελίδα 11 τῆς διατριβῆς παρατίθεται, μάλιστα, καὶ συνοπτικὸς πίνακας, ὅπου μὲ ἁδρὲς γραμμὲς προσδιορίζεται ἡ ἔννοια τῶν ἐξεταζόμενων ὅρων.

Στὴ συνέχεια, γίνεται λόγος γιὰ τὴν ἐντοπισθεῖσα γενικὴ καὶ εἰδικὴ βιβλιογραφία περὶ τοῦ ἐρευνωμένου θέματος· ὅπως καθίσταται σαφὲς καὶ ἀπὸ τὰ γραφόμενα, ἡ σχετικὴ -ἑλληνόγλωσση καὶ ξενόγλωσση- βιβλιογραφία εἶναι πενιχρή, ἀποσπασματικὴ καὶ σὲ ὁρισμένες περιπτώσεις μὴ ἀντικειμενική· συνίσταται κυρίως ἀπὸ σύντομα λήμματα ἐγκυκλοπαιδειῶν καὶ λεξικῶν, σποραδικὲς ἀναφορὲς γιὰ εἰδικὰ θέματα σὲ ποικίλες -μουσικολογικοῦ ἢ μὴ χαρακτῆρα- μελέτες, καθὼς καὶ ἀπὸ εὐάριθμες -πλέον ἐξειδικευμένες- ἐργασίες ξένων μελετητῶν, ὅπου σχολιάζονται -κυρίως βάσει δύο ἢ τριῶν μουσικῶν κωδίκων- θέματα σχετιζόμενα γενικὰ μὲ τὶς δύο μεγάλες βυζαντινὲς συνθέσεις πολυελέων, ἢ εἰδικότερα ζητήματα, ὅπως γιὰ παράδειγμα ὁ φερόμενος ὡς «Βουλγάρα» περιβόητος στίχος τοῦ πολυελέου τοῦ Κουκουμᾶ καὶ κατ᾿ ἐπέκταση τὸ ψευδο-πρόβλημα τῶν λεγομένων «Βουλγαρικῶν μελῶν» τοῦ πολυελέου, ἢ τὸ ἀντίστοιχο ζήτημα περὶ τῆς ἐθνικότητας τοῦ φερομένου ὡς μελουργοῦ αὐτῶν, Ἰωάννου μαϊστορος τοῦ Κουκουζέλη.

Ὅπως παρατηρεῖται καὶ στὸν οἰκεῖο τόπο τῆς διατριβῆς, ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ἔγινε κατανοητὸ ὅτι ἡ ὑπάρχουσα βιβλιογραφία μόνον ὑποβοηθητικὰ καὶ μὲ ἱκανὲς ἐπιφυλάξεις ἦταν δυνατὸν νὰ χρησιμοποιηθεῖ κατὰ τὴ διαπραγμάτευση τοῦ θέματος. Γιὰ τὸ λόγο αὐτό, ἡ ἔρευνα στράφηκε ἀποκλειστικὰ στὸ πλούσιο πηγαῖο ὑλικό, δηλαδὴ τοὺς χειρόγραφους μουσικοὺς κώδικες· σημειώνω ἐδῶ ὅτι τὰ πορίσματα τῆς παρούσης μελέτης βασίζονται σὲ δεδομένα ποὺ προέκυψαν ἀπὸ 800 περίπου μουσικοὺς κώδικες, τῆς βυζαντινῆς καὶ μεταβυζαντινῆς κωδικογραφικῆς παραγωγῆς, οἱ ὁποῖοι συνολικὰ ἐλήφθησαν ὑπ᾿ὄψιν κατὰ τὴ συγκεκριμένη ἔρευνα, εἴτε βάσει ἀναλυτικῶν καταλόγων ἀμιγῶς μουσικῶν χειρογράφων, εἴτε βάσει αὐτοψίας τῶν ἰδίων τῶν κωδίκων ἢ εἰδικῶν μικροφωτογραφήσεων αὐτῶν. Βέβαια, γιὰ νὰ καταλήξω στὸ συγκεκριμένο ἀριθμὸ «ὠφελίμου» πηγαίου ὑλικοῦ, ἐρεύνησα δεκαπλάσιο τοὐλάχιστον ὄγκο μουσικῶν ἢ μὴ χειρογράφων κωδίκων, ἀποθησαυρισμένων σὲ 200 καὶ πλέον βιβλιοθῆκες τοῦ ἑλλαδικοῦ καὶ διεθνοῦς χώρου, βάσει τῶν σχετικῶν καταλόγων χειρογράφων ποὺ ἀναλυτικὰ ἀπαριθμοῦνται στὸν οἰκεῖο τόπο τῆς βιβλιογραφίας. Ὁμολογουμένως, ἡ ἀναδίφηση σὲ τέτοιο ὄγκο ὑλικοῦ «πολλὴν προσεπόρισε τὴν ὠφέλειαν», ὄχι μόνον γιὰ τὸ συγκεκριμένο θεμα ἀλλὰ καὶ γιὰ ἄλλα -μουσικολογικὰ ἢ μὴ- ζητήματα ποὺ παραπληρωματικὰ ἀπασχολοῦν τὴν ἐρευνητικὴ δραστηριότητα τοῦ ὑποφαινόμενου. Ἤδη, οἱ σχετικοὶ κατάλογοι χειρογράφων προσφέρονται «εἰς κοινὸν ὄφελος» καὶ τῶν ἐπιγενεστέρων ἐρευνητῶν· εἰδικὰ δὲ γιὰ τὴν ἐπιστήμη τῆς βυζαντινῆς μουσικολογίας, εὐελπιστῶ ὅτι ἰδιαίτερα χρήσιμη θὰ ἀποβεῖ ἡ κατ᾿ἰδίαν ἀπαρίθμηση τῶν καταλόγων ἀμιγῶς μουσικῶν χειρογράφων, ἀπόπειρα ποὺ -ἐξ ὅσων,τοὐλάχιστον, γνωρίζω- γιὰ πρώτη φορὰ ἐπιχειρεῖται στὴν παροῦσα διατριβή. Σὲ ἄλλη -πλέον ἐξειδικευμένη καὶ ὑπὸ κυκλοφορίαν- μελέτη μου [: Κατάλογοι ἀμιγῶς μουσικῶν χειρογράφων κωδίκων· συμβολὴ στὴ βιβλιογραφία τῆς βυζαντινῆς μουσικολογίας], ὁ ἀριθμὸς τῶν ἐν λόγῳ ἀμιγῶν καταλόγων μουσικῶν χειρογράφων θὰ διευρυνθεῖ περαιτέρω, μὲ τὴ μνεία καὶ λοιπῶν σχετικῶν -ξενόγλωσσων κυρίως- ἐργασιῶν γιὰ μουσικὰ χειρόγραφα τῶν περιοχῶν τῆς Ἰταλίας, Βουλγαρίας καὶ Ρουμανίας, οἱ ὁποῖες ἐνῶ ἔχουν ἤδη ἐντοπισθεῖ δὲν ἀπαριθμοῦνται ἐδῶ, καθ᾿ ὅτι δὲν ἐστάθησαν χρήσιμες κατὰ τὴν παροῦσα ἔρευνα.

Ἕνα πρῶτο ξεφύλλισμα τῶν μουσικῶν κωδίκων τῆς λαμβανομένης ὑπ᾿ὄψιν χειρόγραφης παράδοσης, τροφοδότησε κατὰ βάση καὶ τὸ περιεχόμενο τοῦ πρώτου κεφαλαίου τοῦ πρώτου μέρους τῆς διατριβῆς, ὅπου ἐπιχειρεῖται μιὰ κριτικὴ παρουσίαση τοῦ τρόπου ἀνθολόγησης τῶν ἐξεταζόμενων συνθέσεων στὰ μουσικὰ χειρόγραφα τοῦ ιδ΄ ἕως ιθ΄ αἰῶνος.

Ἡ ἀνάγνωση τοῦ παρόντος κεφαλαίου, ἱκανοποιεῖ, πιστεύω, τόσο τὸν εἰδήμονα ὅσο καὶ τὸν ἁπλὸ φιλόμουσο μελετητή. Ὁ τελευταῖος, διεξερχόμενος κατὰ κύριο λόγο τὰ γραφόμενα στὸ κυρίως κείμενο, πληροφορεῖται ἐπαρκῶς γιὰ τὴν παράδοση τοῦ μέλους τοῦ πολυελέου καὶ τὶς πλέον γνωστὲς καὶ διαδεδομένες συνθέσεις χρονικοῦ διαστήματος ἕξι αἰώνων. Γιὰ τὸν εἰδήμονα, ἀντίστοιχα, ἀναγνώστη ἡ μελέτη τοῦ συγκεκριμένου κεφαλαίου ἀποτελεῖ ἐντελῶς ἀπαραίτητη προετοιμασία γιὰ τὴν ἀπρόσκοπτη παρακολούθηση ὅσων σχολιάζονται στὴ συνέχεια.

Τὸ ἐπισημανθὲν ὑλικὸ παρουσιάζεται δομημένο κατὰ ἑξαμερῆ διάρθρωση· σὲ κάθε αἰῶνα ἀφιερώνεται μιὰ ὑποπαράγραφος καὶ βάσει ὁρισμένων κάθε φορὰ μουσικῶν κωδίκων -κατὰ κύριο λόγο χρονολογημένων καὶ ἀπὸ ἐπώνυμους κωδικογράφους γραμμμένων- περιγράφεται σὲ εἰδικοὺς πίνακες ὁ τρόπος ἀνθολόγησης τῶν ἐξεταζόμενων συνθέσεων. Μνημονεύονται ἔτσι οἱ κυριώτερες συνθέσεις κάθε ἐποχῆς καὶ παρακολουθεῖται ἡ διαχρονικὴ ἐξέλιξη καὶ διάδοσή τους στὰ μουσικὰ χειρόγραφα.

Στὸ δεύτερο κεφάλαιο τοῦ πρώτου μέρους ἐκτίθεται τὸ corpus τῶν ἐντοπισθεισῶν συνθέσεων πολυελέων καὶ ἀντιφώνων, γεγονὸς ποὺ συνιστᾶ τὴ βασικὴ προσφορὰ τῆς παρούσης διατριβῆς.

Τὸ ὅλο ὑλικὸ κατανέμεται σὲ ὀκτὼ ἑνότητες ποὺ ὁρίζονται ἀπὸ τοὺς ἰσάριθμους ψαλμοὺς ποὺ στοιχειοθετοῦν τὶς σχετικὲς συνθέσεις. Σὲ κάθε ἑνότητα τηρεῖται μιὰ ὁμοιόμορφη πρακτικὴ παρουσίασης τῶν ἐπὶ μέρους ποιημάτων· ἐν πρώτοις σχολιάζεται ἡ κατὰ τὴ μελοποίηση τῶν σχετικῶν συνθέσεων μορφολογικὴ διάρθρωση τοῦ ποιητικοῦ κειμένου κάθε ψαλμοῦ καὶ στὴ συνέχεια παρουσιάζονται οἱ ἀνὰ αἰῶνα ἐντοπισθεῖσες συνθέσεις πολυελέων καὶ ἀντιφώνων βάσει τεσσάρων κυρίως παρατηρήσεων:

α) Τῆς χαρακτηριστικῆς ἀρκτικῆς ἀναγραφῆς κάθε ποιήματος (πολλὲς φορὲς κατὰ τὶς διάφορες ἐκδοχὲς αὐτῆς), ὅπου καὶ ὠφέλιμες ἀναφορὲς τόσο στὸν μελουργὸ ὅσο καὶ σὲ λοιποὺς χαρακτηρισμοὺς τοῦ ποιήματος.

β) Τῆς χειρόγραφης παράδοσης κάθε σύνθεσης ποὺ ἐντοπίσθηκε κατὰ τὴν παροῦσα ἔρευνα.

γ) Τῆς μνείας τῶν ἐξηγήσεων στὴ νέα μέθοδο ἀναλυτικῆς σημειογραφίας (γιὰ συνθέσεις, βέβαια, ποὺ παραδίδονται πρωτοτύπως στὴν παλαιὰ σημειογραφία), μὲ ἀναφορὰ τόσο στὴν ταυτότητα τοῦ ἐξηγητοῦ ὅσο καὶ στὴ σχετικὴ χειρόγραφη παράδοση· καὶ

δ) Τῆς ἀπαρίθμησης τυχὸν δημοσιεύσεων ἢ ἄλλης ὑπάρχουσας βιβλιογραφίας περὶ τοῦ ποιήματος.

Ἰδιαίτερα ἀπαριθμοῦνται οἱ ἐνδιαφέρουσες περιπτώσεις καλλωπισμοῦσύντμησης, προσαρμογῆς σὲ ἄλλη γλῶσσα ἢ μεταγραφῆς σὲ ἄλλο σύστημα σημειογραφίας ὁρισμένων συνθέσεων ἀπὸ  μεταγενέστερους μουσικοδιδασκάλους.

Μὲ τὶς ἀνωτέρω παρατηρήσεις δίδονται σὲ κάθε περίπτωση ὅλα τὰ ἀπαραίτητα στοιχεῖα γιὰ τὴν πλήρη ἐξακρίβωση τῆς «ταυτότητας» καθεμιᾶς σύνθεσης· σημειωτέον ὅτι γιὰ ἱκανὲς συνθέσεις πολυελέων καὶ ἀντιφώνων, ὅπου τὰ δεδομένα τῆς σχετικῆς χειρόγραφης παράδοσης ἀφθονοῦν ἢ ἀντίθετα γεννοῦν συγχύσεις καὶ πιθανὲς παρερμηνεῖες, ὁ λόγος ἐμμένει περισσότερο καὶ τὰ παραδιδόμενα στοιχεῖα ὑποβάλλονται σὲ ἐξαντλητικὴ βάσανο ἢ σχολιάζονται πλέον λεπτομερῶς.

Ἰδιαίτερος λόγος πρέπει νὰ γίνει γιὰ τὰ ἁρμόδια διαγράμματα, τοὺς κριτικὰ διαρθρωμένους πίνακες, ὅπου ἐμφαίνεται ἡ ἰδεατὴ διάταξη καὶ συνήθης δομὴ τῶν μεγάλων βυζαντινῶν συνθέσεων πολυελέων καὶ ἀντιφώνων· οἱ ἐν λόγῳ πίνακες συνιστοῦν, πιστεύω, μιὰν ἀξιοσημείωτη συμβολὴ γιὰ τὴ μελέτη τῶν συγκεκριμένων ποιημάτων καὶ γενικότερα τὴν τυπολογία τῶν βυζαντινῶν συνθέσεων, ἡ διάρθρωση τῶν ὁποίων -ὅπως προκύπτει ἀπὸ τὴ σχετικὴ χειρόγραφη παράδοση- ἐκλαμβάνει συνήθως χαρακτῆρα σχετικό· ἄλλοτε ἀνθολογοῦνται μὲ περισσότερους καὶ ἄλλοτε μὲ λιγότερους στίχους, πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ὁποίους ἀποδίδονται κάθε φορὰ καὶ σὲ ἄλλο μελουργὸ ἢ παρατίθενται ἀνωνύμως. Στοὺς ἀνωτέρω πίνακες ἐπιχειρεῖται κατόπιν κοπιώδους παραβολῆς -βάσει αὐτοψίας τῶν μνημονευομένων κωδίκων- ἡ στίχο πρὸς στίχο ἐξιχνίαση τῆς κατὰ τὸ δυνατὸν πληρέστερης δομῆς ὁποιασδήποτε βυζαντινῆς σύνθεσης, σὲ μιὰ κριτικὰ ἐπεξεργασμένη ἀναλυτικὴ περιγραφὴ αὐτῆς.

Στὸ τρίτο κεφάλαιο τοῦ πρώτου μέρους ἐπιμερίζεται ἡ συνολικὰ ἐντοπισθεῖσα μελικὴ παραγωγὴ πολυελέων, ἀντιφώνων καὶ ἐκλογῶν, σὲ καθέναν ἀπὸ τοὺς μελουργοὺς ποὺ ἀσχολήθηκαν μὲ τὸ συγκεκριμένο εἶδος τῆς ψαλτικῆς τέχνης.

Τὰ σχετικὰ δεδομένα παρατίθενται γιὰ κάθε μελουργὸ σὲ πέντε ἑνότητες, ποὺ -πρέπει νὰ παρατηρηθεῖ- ἐκλαμβάνουν γενικὸ καὶ εἰδικὸ ἐνδιαφέρον.

Γενικοῦ ἐνδιαφέροντος εἶναι τὸ περιεχόμενο τῆς πρώτης ἑνότητας, βάσει τοῦ ὁποίου συντίθεται ἐν δυνάμει μιὰ ἐπαρκὴς βιογραφία γιὰ τὸν μελουργὸ ποὺ κάθε φορὰ μνημονεύεται· στὸ πλαίσιο τῆς ἑν λόγῳ ἑνότητας παρατίθεται -μὲ ἀρκετὰ λεπτομερῆ, πιστεύω, μνεία- ἡ περὶ τοῦ μελοποιοῦ ὑπάρχουσα βιβλιογραφία, συνοπτικὰ σχολιασμένη καὶ ἁρμόδια ταξινομημένη, ὥστε νὰ διευκολύνεται ἐνδεχόμενη ἐπεξεργασία της.

Εἰδικοῦ ἐνδιαφέροντος εἶναι τὸ περιεχόμενο τῶν ὑπόλοιπων τεσσάρων ἑνοτήτων, ὅπου σταδιακὰ ἐξιχνιάζεται τὸ περὶ πολυελέων, ἀντιφώνων καὶ ἐκλογῶν πλῆρες ἐργογραφικὸ διάγραμμα κάθε μελουργοῦ. Σὲ ἰδιαίτερες ἑνότητες ἀπαριθμοῦνται οἱ ἀμιγεῖς συνθέσεις πολυελέων, ἀντιφώνων καὶ ἐκλογῶν, οἱ ἐπὶ μέρους στίχοι ἐκτενέστερων συνθέσεων πολυελέων ἢ ἀντιφώνων, οἱ καλοφωνικοὶ στίχοι πολυελέου καὶ οἱ καλλωπισμοί, συντμήσεις ἢ ἐξηγήσεις ὁρισμένης σύνθεσης ποὺ ἀποδίδονται σὲ καθέναν ἀπὸ τοὺς ἐξεταζόμενους μελουργούς.

Εἶναι, νομίζω, ἰδιαίτερα χρήσιμο νὰ διεξέρχεται κανεὶς τὸ ἁρμόδιο λῆμμα τυχόντος μελουργοῦ καὶ νὰ ἔχει συνοπτικὰ πρὸ ὀφθαλμῶν τόσο τὶς σχετικὲς πρὸς τὴν ἐν γένει βιογραφία του πληροφορίες ὅσο καὶ τὴν κατὰ τὸ δυνατὸν πλήρη μελουργική του δραστηριότητα ἐπὶ τοῦ συγκεκριμένου εἴδους τῆς ψαλτικῆς τέχνης καὶ μάλιστα συστηματικὰ ταξινομημένη καὶ λεπτομερῶς σχολιασμένη.

Σὲ εἰδικὲς δὲ περιπτώσεις μελουργῶν ποὺ κατ᾿  ἐξοχὴν διακρίθηκαν στὴν μελοποιία τῶν πολυελέων (ὅπως, γιὰ παράδειγμα, τῶν Ἰωάννου Κουκουζέλη, Ξένου Κορώνη, Μανουὴλ Χρυσάφη, Πέτρου Μπερεκέτη, Πέτρου Πελοποννησίου, Ἰωάσαφ Διονυσιάτου κ.ἄ.), ἢ καὶ μεταγενέστερων μελουργῶν (ὅπως ἐνδεικτικὰ τῶν Θεοφάνους τοῦ Παντοκρατορηνοῦ, Γρηγορίου Πρωτοψάλτου καὶ Χουρμουζίου Χαρτοφύλακος) ποὺ ἀσχολήθηκαν μὲ τὴν ἐξήγηση, καλλωπισμὸ ἢ σύντμηση προγενέστερων συνθέσεων, ἡ ἐν λόγῳ ἁδρομερὴς ἔκθεση συμβάλλει καθοριστικὰ σὲ μιὰν οὐσιώδη ἀποτίμηση τοῦ σχετικοῦ ἔργου τους.

Τὸ δεύτερο μέρος τῆς διατριβῆς ἀπαρτίζεται ἀπὸ δύο ἐκτενῆ κεφάλαια, γιὰ τὴ σύνταξη τῶν ὁποίων ἀπαιτήθηκε ὄχι μόνον κοπιώδης ἐργασία ἀλλὰ καὶ εὐρύτατη ἐποπτεία στὸ σύνολο σχεδὸν τῶν ποικίλων παραμέτρων τῆς βυζαντινῆς καὶ μεταβυζαντινῆς ψαλτικῆς τέχνης.

Tὸ πρῶτο κεφάλαιο συνιστᾶ οὐσιαστικὰ μιὰν προσεκτικὴ μουσικὴ ἀνάγνωση τῶν συνθέσεων ποὺ παρουσιάσθηκαν στὸ πρῶτο μέρος τῆς μελέτης. Ἐρευνῶνται καὶ ἐξιχνιάζονται ἐδῶ ἡ μορφολογία καὶ ὁ τρόπος μελοποίησης τῶν συνθέσεων πολυελέων, ἀντιφώνων καὶ ἐκλογῶν, ἀκόμη ἐπισημαίνονται τὰ βασικὰ μορφολογικὰ χαρακτηριστικὰ κάθε περίπτωσης, ἐνῶ ὁ θεωρητικὸς λόγος τεκμηριώνεται πάντοτε μὲ ἁρμόδια μουσικὰ παραδείγματα γιὰ τὴν ἐποπτικὴ κατανόηση τῶν λεγομένων. Εἰδικότερα, τὰ τρία εἴδη τῶν ἐξεταζόμενων συνθέσεων -δηλαδὴ πολυέλεοι, ἀντίφωνα καὶ ἐκλογὲς- ἐξετάζονται σὲ ἰσάριθμες ὑποπαραγράφους, ὅπου γίνεται κυρίως λόγος γιὰ τὴ μελοποιία καὶ μορφολογία τῶν δύο συστατικῶν στοιχείων -ψαλμικοῦ στίχου καὶ ἐφυμνίου- τῶν ἐν λόγῳ συνθέσεων.

Εἶναι ὁπωσδήποτε ἐνδιαφέρον ὅτι ἀπὸ τὶς σχετικὲς παρατηρήσεις περὶ τῶν ἀρκτικῶν ἢ ἐνδιάμεσων μουσικῶν θέσεων καὶ τῆς ἐν γένει μορφολογικῆς δομῆς τοῦ ἐφυμνίου τῶν ἀνωτέρω συνθέσεων -στοιχεῖα πού, ὅπως ἀποδεικνύεται ἀπὸ τὴν ἔρευνα, παραμένουν ἐν πολλοῖς κοινὰ γιὰ τὶς μεγάλες βυζαντινὲς συνθέσεις καὶ ἐντοπίζονται ἐπίσης σὲ μεταγενέστερες ὁμοειδεῖς συνθέσεις ὣς τὸν ιζ΄ αἰῶνα- προκύπτουν οὐσιαστικὰ ἀσφαλῆ χρονικὰ ὁροθέσια γιὰ τὴν διττὴ -βυζαντινὴ καὶ μεταβυζαντινὴ- παράδοση τοῦ μέλους τῶν πολυελέων.

Στὶς ἄλλες δύο παραγράφους τοῦ ἴδιου κεφαλαίου, ἐξετάζονται διεξοδικὰ ἰσάριθμες, ἐντελῶς ἀξιοσημείωτες, περιπτώσεις ποὺ σαφῶς ξεχωρίζουν κατὰ τὴ μελοποίηση πολυελέων, ἀντιφώνων καὶ ἐκλογῶν· ἡ ἐπιβολὴ ἐξωψαλμικῶν κειμένων καὶ οἱ καλοφωνικοὶ στίχοι τοῦ πολυελέου.

Γιὰ τὴν πρώτη περίπτωση, κατόπιν λεπτολόγας ἀναδίφησης στὸ σύνολο τῶν ὣς τὸν ιη΄ αἰῶνα συνθέσεων, ἐξιχνιάζεται, νομίζω, ἐπαρκῶς ἡ ἱστορικὴ διάσταση τῆς ἐν λόγῳ τακτικῆς, μάλιστα μὲ -χρήσιμη ὁπωσδήποτε- παράλληλη δημοσίευση τῶν περισσοτέρων ἀπὸ τὰ ἐντοπισθέντα ἐξωψαλμικὰ ποιητικὰ κείμενα. Ἐξαντλητικὸς λόγος γίνεται γιὰ τὴν ἑνότητα ἑορτίων ἀλλαγμάτων τοῦ μαϊστορος Ἰωάννου τοῦ Κουκουζέλη, ὅπου ἐκτὸς τῶν σχετικῶν ποιημάτων δημοσιεύονται σχολιασμένα μουσικολογικὰ καὶ τὰ μουσικὰ κείμενα ἐννέα ἀλλαγμάτων, σὲ παράλληλους πίνακες τῆς παλαιᾶς καὶ νέας σημειογραφίας. Τέλος, ἐπιχειρεῖται εἰδικὴ ἀναφορὰ στὰ καταληκτικὰ δοξαστικὰ μαθήματα πολυελέων, ἀντιφώνων καὶ ἐκλογῶν, τὰ περισσότερα ἀπὸ τὰ ὁποῖα δημοσιεύονται ὡς πρὸς τὰ ποιητικά τους κείμενα, σχολιάζονται ὡς πρὸς τὴ μουσική τους ἐπένδυση καὶ κυρίως τὴ μορφολογική τους διάρθρωση καὶ γενικὰ ἐξετάζονται ἀπὸ ὅλες τὶς δυνατὲς παραμέτρους, γιὰ τὸ σύνολο σχεδὸν τῶν ἀπὸ τὸν ιδ΄ ὣς τὸν ιθ΄ αἰῶνα σχετικῶν συνθέσεων.

Γιὰ τὴ δεύτερη περίπτωση, τῶν καλοφωνικῶν στίχων, σχολιάζονται ἀναλυτικὰ -καὶ ἀπὸ ἄποψη ποιητική, μουσικολογική, μορφολογικὴ- τὰ ἐπισημανθέντα ποιήματα, σὲ δύο ἐπὶ μέρους ἑνότητες· τοὺς καθαὐτὸ καλοφωνικοὺς στίχους καὶ τοὺς λεγομένους προλόγους.

Στὸ δεύτερο κεφάλαιο τοῦ δευτέρου μέρους τῆς διατριβῆς περιγράφεται ἀναλυτικὰ ἡ φιλότιμη -θέλω νὰ πιστεύω- ἀπόπειρα κωδικοποίησης μιᾶς μεθόδου διεξοδικῆς ἐξιχνίασης κάθε σύνθεσης πολυελέου, ἀντιφώνου ἢ ἐκλογῆς, ποὺ προσφέρεται ὡς ἐπισφράγισμα τῆς μελέτης πρὸς εὐκταία γενικότερη στὸ ἑξῆς χρήση. Κατόπιν πολλῆς σκέψης καὶ ἐπισταμένης μελέτης τῶν σχετικῶν δεδομένων, προτείνονται ὀκτὼ βασικὰ σημεῖα ἀναφορᾶς, μέσῳ τῶν ὁποίων ὁποιαδήποτε σύνθεση πολυελέου εἶναι δυνατὸν νὰ τύχει ἄκρως διεξοδικῆς διαπραγμάτευσης. Συγκεκριμένα, τὰ ἐν λόγῳ ὀκτὼ σημεῖα προσδιορίζονται ὡς ἑξῆς:

α) Ὁ χαρακτηρισμὸς καὶ ἡ συνήθης ὀνομασία τῆς σύνθεσης, βάσει τῶν σχετικῶν ἀναγραφῶν τῶν μουσικῶν κωδίκων.

β)῾Η ἀνθολόγηση τῆς σύνθεσης στὰ μουσικὰ χειρόγραφα.

γ) Ὁ μελοποιὸς τῆς σύνθεσης.

δ) Περιγραφὴ τῆς σύνθεσης.

ε) Ἡ χειρόγραφη παράδοση τῆς σύνθεσης.

ς) Οἱ μελοποιημένοι στίχοι τῆς σύνθεσης καὶ ἡ ἀρκτικὴ μουσικὴ θέση αὐτῆς.

ζ) Οἱ ἐξηγήσεις τῆς σύνθεσης στὴ νέα μέθοδο ἀναλυτικῆς σημειογραφίας καὶ πιθανὲς μεταγραφὲς αὐτῆς σὲ ἄλλο σύστημα σημειογραφίας ἢ ἐνδεχόμενες περιπτώσεις σύντμησης ἢ καλλωπισμοῦ αὐτῆς.

η) Δημοσίευση τῆς σύνθεσης σὲ ἔντυπα μουσικὰ βιβλία.

Στὸν οἰκεῖο τόπο τῆς διατριβῆς ὑποστηρίζεται μὲ εἰδικὰ ἐπιχειρήματα ἡ χρηστικότητα καὶ χρησιμότητα τοῦ συγκεκριμένου σχεδίου διαπραγμάτευσης· ἀναλυτικότερα, ὅμως, τὰ ὅποια ὀφέλη αὐτοῦ ἀναδεικνύονται ἀπὸ τὴν κατὰ τὸ δυνατὸν ὑποδειγματικὴ μελέτη δεκαοκτὼ πολυελέων, τῶν πλέον λαοφιλῶν καὶ διαδεδομένων συνθέσεων τῆς βυζαντινῆς καὶ μεταβυζαντινῆς μελικῆς παραγωγῆς, δηλαδὴ τῶν ποιημάτων τοῦ Λατρινοῦ, Κουκουμᾶ, Μανουὴλ Χρυσάφη, Παναγιώτου τοῦ νέου Χρυσάφη, Μπαλασίου ἱερέως, Πέτρου Μπερεκέτη, Ἰωάννου Πρωτοψάλτου, Δανιὴλ Πρωτοψάλτου, Πέτρου Πελοποννησίου, Ἀναστασίου Ραψανιώτου, Μελετίου Σιναΐτου τοῦ Κρητός, Ἰακώβου Πρωτοψάλτου καὶ Χουρμουζίου Χαρτοφύλακος.

Ἀπὸ τὴν ἐπεξεργασία τῶν ἐν λόγῳ συνθέσεων, προκύπτουν -πέρα τῶν εἰδικῶν γιὰ κάθε περίπτωση μαρτυριῶν- καὶ πολὺ ἐνδιαφέρουσες γενικὲς πληροφορίες γιὰ τὶς τάσεις μελοποιίας συλλήβδην τῆς περὶ πολυελέων μουσικῆς παράδοσης, πληροφορίες ποὺ συνθέτουν τελικὰ μιὰν εἰκόνα γιὰ τὸ εἶδος τοῦ πολυελέου στὴ βυζαντινὴ καὶ μεταβυζαντινὴ μελοποιία, ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ παρατηρηθεῖ ὅτι δὲν ἀπέχει πολὺ ἀπὸ τὸ «ὄντως ζητούμενον» τῆς ὅλης ἐργασίας.


[1] Κατάλογοι ἀμιγῶς μουσικῶν χειρογράφων κωδίκων· συμβολὴ στὴ βιβλιογραφία τῆς βυζαντινῆς μουσικολογίας.

  • Ὁ καθηγητὴς κ. Γρ.Θ.Στάθης, στὴν εἰσηγητικὴ ἐπὶ τῆς παρούσης διατριβῆς ἔκθεσή του, παρατηρεῖ μεταξὺ τῶν ἄλλων καὶ τὰ ἑξῆς:

«…μόνον, ἴσως, γιὰ τὰ προτερήματα τῆς διατριβῆς μπορεῖ νὰ γίνει λόγος· καὶ αὐτὰ εἶναι πολλὰ καὶ ἐπισημάνθηκαν σποραδικὰ ἀνωτέρω:

α) Ἡ ἐξαντλητικὴ παρακολούθηση τοῦ πηγαίου ὑλικοῦ σὲ ὑπερχιλίους χειρόγραφους μουσικοὺς κώδικες καὶ ἡ καταφυγὴ στὴν διασταύρωση τῶν πληροφοριῶν μὲ ἀπότοκο τὴν φανέρωση ὅλων τῶν ἱστορικῶν καὶ μουσικῶν στοιχείων ποὺ ἀφοροῦν στὴν κάθε σύνθεση.

β) Ἡ εὐρεῖα γνώση καὶ θεώρηση ὅλων τῶν ἀμιγῶν Καταλόγων τῶν μουσικῶν χειρογράφων καὶ τῶν ἄλλων γενικῶν Καταλόγων, γιὰ τὴν ἐντόπιση τῶν συνθέσεων· ἡ πλήρης ἀναγραφὴ καὶ μόνο τῶν Καταλόγων αὐτῶν συνιστᾶ μιὰ αὐθύπαρκτη εὐπρόσδεκτη συμβολὴ στὴν ἐπιστήμη τῆς Βυζαντινῆς Μουσικολογίας.

γ) Ἡ εὐμέθοδη παρουσίαση τοῦ πηγαίου ὑλικοῦ, κάθε φορὰ ἀνὰ κεφάλαιο καὶ κατὰ διαφορετικὸ τρόπο, γιὰ τὴν ἐπαγωγὴ τῆς πληροφορίας καὶ τὴν παραπλήρωση καὶ συμπλήρωση καὶ ὁλοκλήρωση τῶν δεδομένων μὲ στόχο τὴν κορύφωση κατὰ τὸ δεύτερο κεφάλαιο τοῦ δευτέρου μέρους, τὴν κωδικοποίηση τῶν στοιχείων γιὰ μιὰ κριτικὴ παρουσίαση τῶν συνθέσεων.

δ) Ἡ συστηματικὴ προσέγγιση τῶν δεδομένων καὶ ἡ ἐξαντλητικὴ ἐπεξεργασία τους σὲ δεύτερο ἢ καὶ τρίτο ἐπίπεδο, στὶς πολλὲς καὶ ἐκτενεῖς, καμιὰ φορὰ ὑπὲρ τὸ δέον, ὑποσημειώσεις.

ε) Ἡ συνάθροιση τῆς σχετικῆς γιὰ τὸν καθένα μελουργὸ βιβλιογραφίας, ποὺ ἐγγίζει τὰ ὅρια προσωπογραφικοῦ λεξικοῦ.

ς) Ἡ σύλληψη πρωτοτύπων ἰδεῶν προσεγγίσεως τῶν ἐπὶ μέρους θεμάτων, εἴτε αὐτὰ ἀφοροῦν στὴν παρουσίαση τοῦ ὑλικοῦ εἴτε στὴν μορφολογικὴ ἀνάλυσή του.

ζ) Ἡ ἐποπτικὴ προσφορὰ τῶν παραδειγμάτων καὶ τῶν ἄλλων συναφῶν μουσικῶν δειγμάτων κατὰ τὴν μορφολογικὴ ἀνάλυση.

η) Ἡ προσφορὰ τῆς μουσικῆς ἀρκτικῆς ῾ θέσεως᾿ , -τοῦ Initium ἤ Incipit-, τῆς κάθε συνθέσεως, στὸν οἰκεῖο τόπο.

θ) Ἡ ἐντόπιση καὶ παραπομπὴ σὲ τυχὸν ἐξήγηση καὶ μεταγραφὴ στὴν ἀναλυτικὴ σημειογραφία τῆς Νέας Μεθόδου, ἢ τῶν ἄλλων μουσικῶν συστημάτων, τῶν ἐν λόγῳ συνθέσεων.

ι) Ἡ βιβλιογραφικὴ ἀναγραφὴ τῶν, παντοιοτρόπως, δημοσιευμένων συνθέσεων πολυελέων-ἀντιφώνων-ἐκλογῶν, ὁλοκλήρων ἢ μεμονωμένων στίχων τους.

» Μὲ ὅλα αὐτά, καὶ ἄλλα ἀκόμα, θετικὰ στοιχεῖα, μὲ τὰ ὁποῖα εἶναι εὐπρεπισμένη, ἡ παροῦσα διατριβὴ συνιστᾶ ἕνα λαμπρὸ κάτοπτρο φανερώσεως τοῦ πλούτου τῆς παραδόσεως τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης, Βυζαντινῆς καὶ Μεταβυζαντινῆς, ἀφοῦ  ἀσχολεῖται μὲ ὅλη τὴν χρονικὴ ἔκταση τῆς μελοποιίας καὶ μὲ τοὺς ἐπιφανέστερους μελουργούς, καὶ ἀναδεικνύει τὸν συγγραφέα της […] ῾ἐντελῆ εἰς τὴν τέχνην᾿  καὶ ἄρτια καταρτισμένο ἐπιστήμονα μουσικολόγο, ἱκανὸν νὰ δώσει λόγον ῾ παντὶ τῷ αἰτοῦντι᾿ ».

  • Στὸ Πρακτικὸ τῆς Γενικῆς Συνέλευσης τοῦ Τμήματος Μουσικῶν Σπουδῶν τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, τῆς 29ης Ἰανουαρίου 1998, κατὰ τὴν ὁποία κρίθηκε ἡ παροῦσα διατριβὴ ἀπὸ τὴν ὁρισθεῖσα ἑπταμελῆ ἐξεταστικὴ ἐπιτροπὴ [ἐκ τῶν κ.κ. καθηγητῶν: Γρ.Θ.Στάθη, Γ. Ἀμαργιανάκη, Ὀλ. Φράγκου-Ψυχοπαίδη, Χ.Σπυρίδη , Λ.Λιάβα, Αἰ.Ρωμανοῦ καὶ Ἀ.Ἀλυγιζάκη], ἐκτὸς τῶν ἄλλων, ἀναφέρονται [σ. 12] καὶ τὰ ἑξῆς:

«…Ἀκολούθησε [περατωθείσης τῆς διαδικασίας τῆς κρίσεως] ἀνταλλαγὴ ἀπόψεων μεταξὺ τῶν μελῶν τῆς ἐξεταστικῆς ἐπιτροπῆς. Ἐκφράστηκε ὁμόθυμα ἡ ἄκρα ἱκανοποίηση γιὰ τὴν μετὰ χεῖρας διατριβὴ τοῦ κ. Χαλδαιάκη. Ὁ σύμβουλος Καθηγητὴς καὶ Πρόεδρος κ. Γρηγόριος Στάθης, εἰσηγήθηκε τὴν κατ᾿ ἀρχὴν ἀποδοχὴ τῆς διατριβῆς, ὡς καλῶς ἔχει, καὶ ὡς πληροῦσα τοὺς ὅρους ἐκπονήσεως διδακτορικῆς διατριβῆς. Ἡ πρόταση ἔγινε ὁμόφωνα ἀποδεκτή. Ἀκολούθως ὁ σύμβουλος Καθηγητὴς πρότεινε νὰ βαθμολογηθεῖ ἡ ἐν λόγῳ διατριβὴ μὲ τὸν βαθμὸ ῾ ἄριστα᾿. Ὅλοι συμφώνησαν, καὶ δύο τρεῖς ἀναφώνησαν ὅτι εἶναι κρῖμα ποὺ δὲν ἔχουμε τὴν δυνατότητα νὰ δώσουμε μεγαλύτερο τοῦ ῾ἄριστα᾿  βαθμό, γιατὶ αὐτὴ ἡ διατριβὴ εἶναι κάτι περισσότερο ἀπὸ μία διατριβή…».

  • Κώστας Μιχ. Σταμάτης, «Ἀχιλλέως Γ. Χαλδαιάκη, Ὁ πολυέλεος στὴν βυζαντινὴ καὶ μεταβυζαντινὴ μελοποιία (διδακτορικὴ διατριβή), Ἀθῆναι 2003», Ἡ Αἰγιναία. Περιοδικὴ πολιτιστικὴ ἔκδοση, τεῦχος 10, Αἴγινα, Ἰανουάριος-Ἰούνιος 2005, σσ. 124-126:

«… Ἐπισημαίνεται μὲ ἔμφαση τὸ ρωμαλέο προσωπικὸ ὕφος τοῦ συγγραφέα, ποὺ χαράσσει μὲ ἐνάργεια τὶς σκέψεις του, δίνοντας στὸν ἀναγνώστη ὅλη τὴν πεμπτουσία τῶν θέσεών του καὶ κάνοντάς τον κοινωνὸ τοῦ μελετήματός του, ἔστω καὶ ἐὰν αὐτὸς δὲν εἶναι εἰδικός. Μὲ τὸν σοβαρὸ λόγο, τὴν ὀργανωμένη διαστρωμάτωση λόγου καὶ ἐννοιῶν, καταφέρνει νὰ μεταδώσει αὐτό, ποὺ στοχεύει μὲ ταὴ δουλειά του. Ὁ κάλαμός του χαρακτηρίζεται ἀπὸ μιὰ βαθιὰ εὐγένεια, ποὺ πολλαπλασιάζεται μέσα ἀπὸ τὸ περιεχόμενο τοῦ βιβλίου. Ἡ δομὴ τοῦ ἔργου, ἔτσι ὅπως συνοπτικὰ τὴ σκιαγράφησα πιὸ πάνω, εἶναι καθαρὰ ἐπιστημονικὴ καὶ διακρίνεται γιὰ τὴν ἐπαγωγική της μέθοδο, ἡ ὁποία συνειρμικὰ ἀποκαλύπτει τὴν ὀξύνοια καὶ τὸ βάθος τῶν γνώσεων, ποὺ κατέχει γιὰ τὸ θέμα του. Τοῦτο τὸ πόνημα ἐπιδιώκει καὶ καταφέρνει νὰ ἀγκαλιάσει ὁλόκληρο τὸ ἀντικείμενο καὶ νὰ τὸ ἐξαντλήσει ἀπὸ κάθε ἄποψη, ὥστε νὰ τὸ καταστήσει μοναδικὸ στὸ εἶδος του καὶ πρώτη ἀναφορὰ σὲ αὐτὸ στὸ μέλλον, γιὰ κάθε εἰδικὸ μελετητή. Οἱ ὑποσημειώσεις καὶ ἡ πλατιὰ βιβλιογραφικὴ τεκμηρίωση τῶν κειμένων, συνιστοῦν τὴν ἀδιαμφισβήτητη ἐγγύηση μιᾶς ἐργασίας μακρόχρονης, μεγάλου μόχθου καὶ πολύχρονης ἔρευνας. Πιστεύω ὅτι τόσο οἱ ὑποσημειώσεις ὅσο καὶ ἡ βιβλιογραφία, ἀποτελοῦν ἀναπόσπαστο μέρος τῶν κυρίως κειμένων, τὰ ὁποῖα τὰ διαφωτίζουν, τὰ συμπληρώνουν καὶ τοὺς προσδίδουν ἰδιαίτερο ἐπιστημονικὸ κύρος. Ἕνα θεμελιῶδες γνώρισμα τῆς γραφῆς τοῦ Ἀχιλλέα Γ. Χαλδαιάκη εἶναι ὁ σεβασμός, ἡ εὐλάβεια θὰ ἔλεγα, μὲ τὴν ὁποία προσεγγίζει τὰ μουσικὰ κείμενα (ψαλμούς, ἀντίφωνα κ.λπ.) καὶ ὁ τρόπος σχολίασης μὲ ἡπιότητα, εὐγένεια καὶ κατανόηση, γνωρίσματα, ποὺ ἐπισημειώνουν τὴν αὐτογνωσία τοῦ συγγραφέα καὶ τὴν ἄνεση χειρισμοῦ τοῦ θέματός του. Ἡ μεγάλη δυσκολία σὲ παρόμοιας ἔκτασης καὶ ἰδιαιτερότητας ἔργα, δὲν εἶναι νὰ συγκεντρώσεις τὶς πηγὲς καὶ νὰ τὶς ἀξιοποιήσεις. Εἶναι νὰ μελετήσεις τὶς πηγές, νὰ ἐντοπίσεις τὴν οὐσία τους, νὰ ἀποκομίσεις τὰ στηρίγματα τῶν δικῶν σου θέσεων καὶ μετὰ νὰ ἐπιδοθεῖς στὴν ἀπόδοση καὶ σύνθεση τῶν κειμένων, στὰ ὁποῖα οἱ πηγὲς διαδραματίζουν πλέον ἐπιβοηθητικὸ ρόλο, μετὰ ἀπὸ τὴν εὔστοχη ἀξιοποίησή τους. Αὐτὴ ἡ ἀκρογωνιαία ἀρχὴ τῆς σύνθεσης ἐδῶ βρίσκει τὴν καλύτερη ὥρα της. Ὁ συγγραφέας δάμασε τὸ ὑλικό του καὶ πέρασε στὴ συνθετικὴ δημιουργία ἑνὸς ἔργου ἀληθινὰ ἀνεπανάληπτου σὲ ποιότητα, ὄγκο καὶ ἐργασία. Λάτρης τῆς μουσικῆς ὁ ἴδιος, καὶ ἰδιαίτερα τῆς ἐκκλησιαστικῆς, ὁ συγγραφέας, βαθυστόχαστος θεολόγος καὶ πολυεδρικὸς ἐρευνητής, μὲ πλούσιο συγγραφικὸ ἔργο γύρω ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστικὴ καὶ κοσμικὴ μουσική, μὲ τὸ βιβλίο του «Ὁ Πολυέλεος στὴν Βυζαντινὴ καὶ Μεταβυζαντινὴ Μελοποιία», μᾶς χάρισε μιὰν ὑπέροχη ἐκκλησιαστικὴ μουσικὴ μελωδία, στὴν ὁποίαν ἠχοῦν χαρμόσυνα τὰ ἀγγελικὰ θροΐσματα καὶ μοσχοβολάει λυτρωτικὰ ἀθάνατο τὸ ζείδωρο ἄρωμα τῆς αἰώνιας Ὀρθοδοξίας». 

  • Τὸ βιβλίο παρουσιάστηκε καὶ σὲ σειρὰ δύο ραδιοφωνικῶν ἐκπομπῶν, στὴν ἐκπομπὴ τοῦ Λυκούργου Ἀγγελόπουλου Ἀπὸ τὴν ὀρθόδοξη καὶ ἀνατολικὴ μουσικὴ παράδοση [Ἑλληνικὴ Ραδιοφωνία· δεύτερο πρόγραμμα (μεταδόθηκαν τὴν Κυριακὴ 10 Ὀκτωβρίου καὶ τὴν Κυριακὴ 17 Ὀκτωβρίου τοῦ 2004)].
  • Christian Troelsgård, “Simple Psalmody in Byzantine Chant”, Cantus Planus 2004, p. 833.
  • Φλώρας Ν. Κρητικοῦ, Ἀκάθιστος Ὕμνος στὴ βυζαντινὴ καὶ μεταβυζαντινὴ μελοποιία, Ἀθήνα 2004 [σποράδην, πολλαχοῦ].
  • Ἐμμανουὴλ Στ. Γιαννοπούλου, ἄνθηση τῆς ψαλτικῆς τέχνης στὴν Κρήτη (1566-1669), Ἀθήνα 2004, σσ. 138, 345.
  • Γρηγορίου Γ. Ἀναστασίου, Τὰ κρατήματα στὴν ψαλτικὴ τέχνη, Ἀθήνα 2005 [σποράδην, πολλαχοῦ].
  • Christiana I. Demetriou, Spätbyzantinische kirchenmusik im Spiegel der zypriotischen Handschriftentradition. Studien zum Machairas Kalophonon Sticherarion A4, Studien und Texte zur Byzantinistik. Herausgegeben von Peter Schreiner, Band 7, Peter Lang (2007) [σποράδην, πολλαχοῦ].